Ακολούθησε μας:

Πόνος στην πρόσθια επιφάνεια του γόνατος και το σύνδρομο Osgood-Schlatter;

01/12/2021 18:21

Συγγραφέας: Όλγα Χ. Γερούτη, φυσικοθεραπεύτρια, Msc Ιατρικής Αθηνών, Μέλος Επιστημονικής Ομάδας Αθλητικών Ακαδημιών


Η αυξημένη ένταση των αθλητικών δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με τη μείωση της καθημερινής σωματικής δραστηριότητας, καθιστά συχνούς τους τραυματισμούς υπέρχρησης στα παιδιά. Ένας συχνός τραυματισμός υπέρχρησης είναι το «Osgood Osgood-Schlatter» (Osgood-Schlatter disease - OSD) και αποτελεί μια κοινή παθολογία η οποία επηρεάζει εως και το 10% των νεαρών εφήβων. Χαρακτηρίζεται από πόνο στην πρόσθια πλευρά του γόνατος ή το ανώτερο τμήμα της κνήμης, ο οποίος επιδεινώνεται κατά την διάρκεια δραστηριοτήτων που επιφέρουν έντονη φόρτιση στο γόνατο και κινήσεις όπως το γονάτισμα και το κάθισμα οκλαδόν.

Το OSD παρουσιάζεται στα αγόρια και στα κορίτσια, σε ηλικίες 12-15 ετών και 10-13 ετών αντίστοιχα, ενώ σχετίζεται άμεσα με την έντονη αθλητική δραστηριότητα. Η σωματική ανάπτυξη στην εφηβεία χαρακτηρίζεται από ταχεία σκελετική ανάπτυξη, κατά την διάρκεια της οποίας η υπέρχρηση των μυών κατά την εντατική συμμετοχή σε αθλήματα με κινήσεις όπως επαναλαμβανόμενα άλματα και τρέξιμο, μπορεί να επιβαρύνουν το γόνατο και να αυξήσουν την πιθανότητα εμφάνισης OSD.  Η πρόσφατη επιστημονική βιβλιογραφία προτείνει τα παιδιά να δοκιμάζουν ένα εύρος αθλητικών δραστηριοτήτων, ώστε να έχουν ένα καλό επίπεδο φυσικής κατάστασης και όχι απλά να ειδικεύονται σε ένα συγκεκριμένο άθλημα, ώστε να αποφεύγονται οι τραυματισμοί λόγω υπέρχρησης.

Επιπλέον, παράγοντες κινδύνου για το OSD αποτελούν το αυξημένο σωματικό βάρος, η αδυναμία ή βράχυνση των μυών που συμμετέχουν στην έκταση του γόνατος όπως ο τετρακέφαλος και η μειωμένη ελαστικότητα των οπίσθιων μηριαίων (μύες της οπίσθιας πλευράς του μηρού). Συγκεκριμένα, η βράχυνση του ορθού μηριαίου (μέρος του τετρακεφάλου μυός), μπορεί ουσιαστικά να μεταβάλλει τις βιομηχανικές λειτουργίες του γόνατος προκαλώντας μακροπρόθεσμα ευαισθησία στις ανατομικές δομές της περιοχής (όπως σύνδεσμοι και τένοντες). Οι θεραπευτικές τεχνικές πρόληψης του OSD περιλαμβάνουν διατάσεις του τετρακεφάλου και των οπίσθιων μηριαίων και  ενδείκνυται να εφαρμόζονται καθημερινά από τα  παιδιά που συμμετέχουν σε τακτικές αθλητικές δραστηριότητες.

Η διάγνωση του OSD περιλαμβάνει την λεπτομερή λήψη ιατρικού ιστορικού, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων ερωτήσεων σχετικά με τα αθλήματα που συμμετέχει το παιδί, όπως τη συχνότητα των προπονήσεων. Μπορεί επίσης να πραγματοποιηθεί μία ακτινογραφία για να αποκλειστούν άλλες πιθανές αιτίες του πόνου στο γόνατο. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το OSD μπορεί να αντιμετωπιστεί με συντηρητική διαχείριση, όπως η φυσικοθεραπεία,  η οποία έχει υψηλά ποσοστά επιτυχίας τα οποία ανέρχονται στο 90% των ασθενών. Ωστόσο, εάν τα συμπτώματα και ο πόνος επιμένουν μετά από την φυσικοθεραπευτική προσέγγιση, ενδέχεται να απαιτείται χειρουργική αντιμετώπιση.

Η φυσικοθεραπευτική προσέγγιση στοχεύει στη μείωση του οιδήματος και της φλεγμονής, στην βελτίωση του πόνου, της στάσης του ασθενή και την εμβιομηχανική των κινήσεων του μέσω κατάλληλων ασκήσεων και μυϊκής ενδυνάμωσης με σκοπό να μειωθούν τα φορτία που ασκούνται στην πάσχουσα περιοχή και μακροπρόθεσμα να επιστρέψει στις αθλητικές του δραστηριότητες. Η φυσικοθεραπευτική προσέγγιση μπορεί περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, τοπική εφαρμογή με ελαστική αυτοκόλλητη ταινία περίδεσης (taping), χρήση ορθωτικών ναρθήκων (όταν ο ασθενής θέλει να συνεχίσει προπονήσεις), φυσικά μέσα όπως η παγοθεραπεία κ.λ.π που αποσκοπούν στην μείωση της φλεγμονής και του πόνου.

Επιπλέον, τεχνικές κινητοποίησης της άρθρωσης, μυϊκή ενδυνάμωση και ασκήσεις διάτασης των μυών μπορούν να ενισχύσουν το εύρος κίνησης του άκρου όπως και να αυξήσουν την δύναμη και κινητικότητα του. Συνιστάται να αποφεύγονται οι ασκήσεις που περιέχουν άλματα και εκρηκτικότητα κατά το διάστημα της θεραπείας, ενώ πλειομετρικές κινήσεις, χρησιμοποιούνται από τον φυσικοθεραπευτή, κατόπιν αξιολόγησης, στο τελικό στάδιο της αποκατάστασης.

Η φυσικοθεραπεία στοχεύει στην αποκατάσταση του ασθενούς μετά από τον τραυματισμό, αλλά και στην πρόληψη επανατραυματισμού, βοηθώντας τον να βελτιώσει την φυσική του κατάσταση και την μηχανική των κινήσεων του, με σκοπό να έχει την δυνατότητα να προφυλάξει τον εαυτό του από μελλοντικό τραυματισμό, ιδιαίτερα στην ευαίσθητη αναπτυξιακή φάση της εφηβικής του ηλικίας.